Πε. Νοέ 21st, 2024

Οι ξένοι περιηγητές στα Μέθανα (1800-1850)

Η ανακοίνωση αυτή αφορά στην παρουσίαση αποσπασμάτων από το έργο ξένων περιηγητών, σχετικά με τις εντυπώσεις τους από την περιπλάνησή τους στα Μέθανα και τη γύρω περιοχή, στις αρχές και τα μέσα του 19ου αιώνα – Μέθανα 18ος – 19ος αιώνας Στη διοικητική διαίρεση που καθιερώθηκε από τους Βενετούς(#1) , σύμφωνα με την απογραφή του 1700(#2) , τα Μέθανα ανήκουν στη διοίκηση του Πόρτο Πόρο (Πόρος) της επαρχίας (territorio) της Κορίνθου, η οποία υπάγεται στη γενική διοίκηση επαρχιών Provincia di Romania, που είχε έδρα το Ναύπλιο (Napoli di Romania).Εκεί ήταν η έδρα του προνοητού (provveditor), είδος πολιτικού και στρατιωτικού κυβερνήτη, του rettore, υπεύθυνου για τη δικαιοσύνη, του camerlingo, είδος εφόρου και υπεύθυνου για τα οικονομικά θέματα.Στη διοίκηση του Πόρτο Πόρο εκτός από τα Μέθανα και τον Πόρο υπάγονται τα γνωστά χωριά Δαμαλάς, Βαλαριό, Φανάρι, Επίδαυρος

Σ’ αυτή την απογραφή, στα Μέθανα κατοικούν:
74 οικογένειες με άρρενες έως 16 ετών,
79 οικογένειες με άρρενες 16-30 ετών,
17 οικογένειες με άρρενες 30-40 ετών,
17 οικογένειες με άρρενες 40-50 ετών,
12 οικογένειες με άρρενες 50-60 ετών και
6 οικογένειες με ηλικιωμένους
Σύνολο ανδρών: 205

Επίσης καταγράφονται:
82 οικογένειες με γυναίκες ως 16 ετών
67 οικογένειες με γυναίκες 16-30 ετών
6 οικογένειες με γυναίκες 30-40 ετών
17 οικογένειες με γυναίκες 40-50 ετών
15 οικογένειες με ηλικιωμένες
Σύνολο γυναικών: 187

Σύνολο πληθυσμού δηλαδή: 392 κάτοικοι

Ο αντίστοιχος αριθμός στη διοίκηση του Πόρου ανέρχεται σε 275 κατοίκους. Δηλαδή τα Μέθανα υπερέχουν κατά 117 κατοίκους. Επίσης, παρατηρούμε ότι, την εποχή εκείνη, φαίνεται να διαθέτουν νεαρό πληθυσμό.
Στην ίδια απογραφή των Βενετών, το πιο πολυάριθμο χωριό είναι το Σοφικό Κορινθίας, με 450 κατοίκους(#3) .

Ακολουθεί η απογραφή Καποδίστρια, ενώ δεν υπάρχουν δημογραφικά στοιχεία της περιόδου της Τουρκοκρατίας.
Κατά την απογραφή του Καποδίστρια, το 1830, αναφέρονται συνολικά 7.464 κάτοικοι και πάροικοι του Πόρου, χωρίς να γίνεται ιδιαίτερη μνεία στα Μέθανα(#4). Το ίδιο συμβαίνει και στην απογραφή του 1879, όπου αναγράφεται μόνο ο Πόρος με 5.414 κατοίκους χωρίς άλλα στοιχεία για τα χωριά που ανήκουν διοικητικά σε αυτόν.
Συνεπώς, το μόνο ακριβές στοιχείο σχετικά με τη σύνθεση του πληθυσμού των Μεθάνων είναι αυτό της βενετικής απογραφής του 1700.

Περιηγητές: το φαινόμενο
Από τα αρχαία ήδη χρόνια, η λέξη «περιηγητής» σημαίνει «ξεναγός» ή αλλιώς εκείνος που οδηγεί τους ξένους στα μνημεία, παρέχοντάς τους πληροφορίες για την ιστορία τους(#5).
Πρώτος περιηγητής με αυτή την αρχική έννοια ήταν, ο Ηρόδοτος ο Αλικαρνασσεύς (480-430π.Χ.) που είχε μάλιστα μακρινή καταγωγή από τη γειτονική Τροιζήνα – το όνομα της μητέρας του Δρυώ (όπως Δρυόπη – το Κάτω Φανάρι). Ο «πατέρας της ιστορίας»θα ταξιδέψει σε Ελλάδα, Αίγυπτο, Φοινίκη, Μεσοποταμία και Σκυθία, πραγματοποιώντας μία αποφασιστική στροφή στη σύγχρονή του πραγματικότητα, στον τρόπο της έρευνάς του, καθώς και στο αντικείμενο των ενδιαφερόντων του(#6).

Στους αιώνες που ακολουθούν, αρχίζει να διαμορφώνεται μία πρώτη περιηγητική φιλολογία, με τον Ηρακλείδη, τον Καλλίξενο, το Στράβωνα(#7) και τον Παυσανία(#8).
Στη νεότερη εποχή που εξετάζουμε, άρχισαν να καταφθάνουν στην Ελλάδα, με αφάνταστες δυσκολίες, οι πρώτοι Ευρωπαίοι «περιηγητές», έχοντας «οδηγό» τους, ανά χείρας, τις σημειώσεις του Στράβωνα και του Παυσανία(#9).

Αρχικά, οι Ευρωπαίοι αυτοί ταξιδιώτες ?οι περισσότεροι από τους οποίους είναι εύποροι και καλλιεργημένοι- κινούνται από το θαυμασμό τους για την κλασική αρχαιότητα και τον αρχαίο πολιτισμό. Την εποχή αυτή, παρατηρούνται και οι πρώτες λαθρανασκαφές, οι οποίες λίγα χρόνια αργότερα θα οδηγήσουν στη συστηματική αρχαιοκαπηλία. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Γερμανός αρχιτέκτονας Leo Klenze,: «Όλοι σχεδόν οι ταξιδιώτες κουβαλούν μαζί τους [στα ταξίδια τους στην Ελλάδα], εκτός από μολύβι, κασμά και φτυάρι. Έτσι, κρατώντας αυτά στο ένα χέρι και στο άλλο τον Παυσανία, ανασκαλεύουν τα ιερά χώματα (…) Σχεδόν όλες -δυστυχώς- οι αγγλικές επαύλεις διακοσμήθηκαν με τα προϊόντα αυτών των εξερευνήσεων»(#10) . Παράλληλα, οι ταξιδιώτες αυτοί δεν παραλείπουν να καταγράφουν σκηνές από τα ήθη και τα έθιμα των Ελλήνων, τις παραδόσεις τους, καθώς και από τον τρόπο οργάνωσης του ιδιωτικού και δημόσιου βίου.

Με την κήρυξη της Επανάστασης, ξεκινά η περίοδος των «κατασκόπων-περιηγητών». Διάφοροι διπλωμάτες και στρατιωτικοί συρρέουν στον ελλαδικό χώρο με σκοπό να συγκεντρώσουν πολιτικο-στρατιωτικές πληροφορίες και να έρθουν σε επαφή με τους Έλληνες και του Τούρκους . Οι ξένοι ταξιδευτές διατηρούν ημερολόγιο και αλληλογραφία με το εξωτερικό, μεταφέροντας τις εντυπώσεις τους και τα σημαντικότερα γεγονότα των οποίων και γίνονται μάρτυρες, παίρνοντας συχνά θέση υπέρ ή κατά των εξεγερμένων Ελλήνων. Οι περισσότεροι φτάνουν στην Ελλάδα από το ασφαλές Ιόνιο και από εκεί περνούν στην Πελοπόννησο. Είτε ενσωματώνονταν σε κάποιο στρατιωτικό τμήμα, ακολουθώντας τις οδηγίες του επικεφαλής είτε επιλέγουν να χαράξουν αυτόνομη πορεία, εκθέτοντας ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, τον εαυτό τους σε πολλούς κινδύνους.

Μετά την Επανάσταση, οι περισσότεροι περιηγητές είναι κυβερνητικοί υπάλληλοι που ενδιαφέρονται κυρίως για την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση της χώρας και για τον τρόπο που οι Νεοέλληνες συγκροτούσαν το κράτος τους . Οι ταξιδιώτες αυτοί θα περιηγηθούν τη χώρα ως επί το πλείστον δια θαλάσσης, θα αναφερθούν στη ζωή των σύγχρονων Ελλήνων, θα περιγράψουν ?συχνά επικριτικά- τη δομή και λειτουργία του νεοσύστατου «καποδιστριακού» κράτους και δεν θα σταματήσουν να εξυμνούν τις φυσικές ομορφιές των περιοχών τις οποίες και επισκέπτονται.

Κατά την προεπαναστατική και επαναστατική περίοδο, οι περισσότεροι περιηγητές, όπως παρατηρεί ο Σιμόπουλος, «μετακινούνται με πολυάριθμη συνοδεία που συχνά προκαλεί τρόμο στους κατοίκους: με ένοπλους τζοχανταραίους, τατάρηδες και αγωγιάτες, με πολλά υποζύγια, μαγείρους και υπηρέτες. Συχνά, συνοδεύονται και από τον προσωπικό τους ζωγράφο, σχεδιαστή ή ειδικό τοπογράφο για την απεικόνιση τοπίων, μνημείων, αρχαιολογικών χώρων, προσώπων ή σκηνών της καθημερινής ζωής». Κάτι τέτοιο φυσικά δεν θα μπορούσε να μην ισχύει και για τους περιηγητές, στο έργο των οποίων θα αναφερθούμε ευθύς αμέσως.
_________________________

(#1)- Οι Βενετοί χώρισαν την Πελοπόννησο σε τέσσερα μεγάλα διαμερίσματα, τις provincie («επαρχίες» – «διοικήσεις» με τη σημερινή ορολογία): της Ρωμανίας (Romania), της Μεσσηνίας (Messenia), της Αχαΐας (Accaia) και της Λακωνίας (Laconia).

(#2)- Πρόκειται για στοιχεία που προέρχονται από την απογραφή Grimani, που πραγματοποίησαν οι Βενετοί σε όλη την Πελοπόννησο, το 1700. Η απογραφή αποτελείται από 43 φύλλα, κάθε ένα εκ των οποίων περιέχει στοιχεία για ένα territorio ή τα συγκεντρωτικά για μία provincia.

(#3)- Βασίλης Παναγιωτόπουλος, Πληθυσμός και Οικισμοί της Πελοποννήσου 13ος-18ος αιώνας, Ιστορικό Αρχείο Εμπορική Τράπεζα Ελλάδας, 1985

(#4)- Ελένης Μπελιά, Στατιστικά του Ελληνικού Κράτους κατά το 1830

(#5)- περιηγητής