Πε. Δεκ 12th, 2024

Έφυγε ο ποιητής μας Χρήστος Α. Λάκκος (Μερβεγιέ)

Ο Χρήστος Α. Λάκκος, γνωστός ως «Μερβεγιέ», από το όνομα του ζαχαροπλαστείου που είχε στη Δάφνη, έφυγε από τη ζωή, μετά από μακρόχρονη ταλαιπωρία με την επάρατο. Ο Χρήστος, διέθετε χιούμορ και με ευκολία έφτιαχνε ένα σατυρικό- καυστικό ποίημα, το οποίο μοίραζε σε φωτοτυπίες. Μάλιστα, κυκλοφόρησε και ένα βιβλίο με τα ποιήματα που παρουσιάστηκε στα Μέθανα από τον Φορέα Ανάπτυξης και Πολιτισμού Μεθάνων Τροιζηνίας. Ο Χρήστος Α. Λάκκος, με πρωτοβουλία της ΚΟΙΝΣΕΠ ΕΝ ΜΕΘΑΝΟΙΣ ξεκίνησε μαθήματα σε γυναίκες της Λουτρόπολης και των Μεθάνων παρασκευής γλυκών κουταλιού και μαρμελάδας. Ήταν πάντα πρόθυμος να δώσει συμβουλές, ήταν πάντα παρών στις κοινωνικές, πολιτιστικές, δημοτικές εκδηλώσεις και σίγουρα θα μας λείψει. Ήταν νυμφευμένος με την κυρία Ουρανία με την οποία απόκτησαν τρία παιδιά.
Οι «Ρηγανάδες» ήταν ένα ποίημα που του ζητήθηκε από τον Σάββα Ν. Αθανασίου για τις ανάγκες μιας καρναβαλικής εκδήλωσης.

Του Χρήστου Α. Λάκκου

Οι Ρηγανάδες

Στη μέση του Σαρωνικού
μια γροθιά γρανίτης.
Εδώ του ήλιου είδε το φως
ο κάθε Μεθενίτης.

Τους δίναν γάλα από βυζί
και ρίγανη οι μανάδες,
γι’ αυτό το παρατσούκλι τους
ήτανε Ρηγανάδες.

Καλοντυμένοι με στολή,
ασύμφορη λιγάκι.
Με ύφασμα αργαλιού,
κμίσα, πανωβράκι.

Πανάκριβα υποδήματα,
ένιωθε μεγιστάνας,
που τα φορούσε βγαίνοντας
απ’ την κοιλιά της μάνας.

Όμως και η Μεθενίτισα
ήταν πολύ κοκέτα
όταν την κυριακάτικη
φορούσε ντουβαλέτα.

Φούστα φαρδυά και μακρυά,
στη μέση έκανε σούρες.
Στον ήλιο στα μανίκια της
εγυάλιζαν οι … κιούρες!

Όμως και στο τραπέζι τους
ήταν για μερακλήδες
κουπούρδες, ζώρες, στρούμπιλα,
λύκρα και πιταλίδες.

Έτσι, εζούσαν πάντοτε
εδώ οι Ρηγανάδες.
Μα μέσα στο Σαρωνικό
ένοιωθαν σαν Ρηγάδες.

Γιατί όλοι οι γειτόνοι τους
ήσαν μαραζωμένοι.
Κι οι Ρετσινάδες του Αγκιστριού
και οι… παλαμισμένοι!.

ΜΕΘΑ – ΝΑ!

Υπάρχουν ερωτήματα
που μια ζωή μας καίνε.
Αυτόν τον τόπο Μέθανα,
τάχα, γιατί τον λένε;

Ζούσε εδώ, ένα μπεκρής
σε τούτο το Ακρωτήρι.
Πού ήταν στο Σαρωνικό,
το πιο γερό ποτήρι.

ΜΕΘαγε πάντα με κρασί
και τσίπουρα και ούζα.
Γύριζε σπίτι στην κυρά
και …ΝΑ με την τρκούζα

Μέθα και ΝΑ!, Μέθα και ΝΑ!
Συνήθεια είχε γίνει
και από τότε ως Μέθα -να
ο τόπος έχει μείνει.

Είναι των μπεκρήδων η εκδοχή
η πιο διαδεδομένη
και όχι από το μεθάνιον
που λένε οι σπουδαγμένοι.

Για μία τρίτη εκδοχή

δεν γίνεται κουβέντα

το άρωμα, το ΜΕΘ υστικόν
που ευοδιάζει η φέντα…